Στην πραγματικότητα μόνο η αγάπη έχει σημασία
(για τη Μαρί Τερέζ, τη ζωή, τη φύση και την τέχνη)
Picasso και Joan Jonas στην Tate Modern
Το καλοκαίρι έχει στρογγυλοκαθίσει για τα καλά στο Λονδίνο κι εκεί που δεν το περιμέναμε μας χαρίστηκαν ήδη αρκετά (και οι προγνώσεις λένε ότι δεν ήταν τα τελευταία) σαββατοκύριακα με υψηλές θερμοκρασίες, πολύ ήλιο και καθαρό ουρανό, ό,τι πρέπει για βόλτες. Αν και τα πάρκα του Λονδίνου είναι πραγματικά ιδανικά για να απολαύσει κανείς τον ζεστό καιρό, όταν κανείς βαρεθεί τα πικ νικ ή αν πιάσει καλοκαιρινή βροχή μια βόλτα δίπλα στο ποτάμι στο Southbank είναι μια εξαιρετική εναλλακτική, πόσο μάλλον όταν η Tate Modern φιλοξενεί δυο πολύ ελκυστικές εκθέσεις ακόμα και για τους μη φανατικούς λάτρες της τέχνης.
Η έκθεση Picasso 1932, Love, Fame, Tragedy, πρώτη ατομική του που έχει γίνει ποτέ στην Tate Modern, είναι στην πραγματικότητα μια εικονογραφημένη περιήγηση στα γεγονότα μιας χρονιάς από τη ζωή του Πικάσο. (Οι πίνακές μου, έλεγε εξάλλου ο ίδιος, τελειωμένοι ή όχι αποτελούν σελίδες από το ημερολόγιό μου). Και το 1932 ήταν μια τρομερή χρονιά για τον Πικάσο.
Ήδη 50 χρονών, με 30 χρόνια εξωφρενικά επιτυχημένη καριέρα πίσω του και το αντίστοιχο οικονομικό και καλλιτεχνικό κεφάλαιο -συζητήσεις πάραυτα στους καλλιτεχνικούς κύκλους να αμφισβητούν το μοντερνιστικό του μέλλον- ζει μια έντονα κοινωνική ζωή στο κέντρο του Παρισιού με έναν γάμο σε κρίση, ενώ μια παθιασμένη εξωσυζυγική σχέση, με μια γυναίκα σχεδόν 30 χρόνια μικρότερή του, τον διατηρεί σε μια διαρκή δημιουργική υπερδιέγερση.
Η Γαλλίδα Marie-Thérèse Walter νέα, ξανθιά και εύρωστη, μια γυναίκα ‘υπό την επήρεια του φεγγαριού ή άλλων ακόμα λιγότερο ελέγξιμων δυνάμεων’ – σύμφωνα με τον βιογράφο του Πικάσο, Roland Penrose – ξεκίνησε να είναι ερωμένη του, 45άχρονου τότε, δημιουργού το 1927, μόλις στα 17 της, και δεν άργησε να εξελιχθεί σε πάθος, εμμονή και φυσικά μούσα του.
Η έκθεση που παρακολουθεί τη ζωή του Πικάσο από τα Χριστούγεννα του 1931 και φτάνει μέχρι τον Δεκέμβρη του 1932 παρουσιάζει μια φρενήρη πορεία δημιουργίας, εμπνευσμένη από τον πόθο του για την νεαρή Γαλλίδα, που διέψευσε όλα τα καλλιτεχνικά κακεντρεχή κουτσομπολιά περί τέλους της καριέρας του και εγκαινίασε μια νέα καινοτόμα και ιδιοφυή τεχνοτροπία. Η ζωγραφική του Πικάσο αυτής της περιόδου παρουσιάζει έναν ιδιαίτερο αισθησιασμό, με έντονα περιγράμματα και καμπύλες γραμμές που σχηματίζουν μαλακούς όγκους, ενίοτε φλερτάρει με τον σουρεαλισμό κι άλλοτε τα έργα μοιάζουν μισοτελειωμένα. Από τους παραγωγικούς του πειραματισμούς με παραδοσιακά θέματα, όπως το Γυμνό, και το κρυφό του πάθος προέκυψαν μεταξύ άλλων πανέμορφα και τρυφερά γυναικεία γυμνά (από τα πιο αγαπημένα μου έργα του), όπως το τόσο μοναδικά αισθησιακό Γυμνό σε κόκκινη πολυθρόνα και το όλο σεξουαλικά υπονοούμενα Όνειρο.
Πέραν αυτών όμως στην έκθεση συναντά κανείς μια μικρή αναπαράσταση της πρώτης του ρετροσπεκτίβας που έγινε τον Ιούνιο του ΄32 στην Gallery George Petit -όπου είχε κάνει και ο Ματίς τη δική του-, φωτογραφίες του Brassai από το παλάτι Boisgelup που αγόρασε στη Νορμανδία και τα στιβαρά γλυπτά που έφτιαξε εκεί πάντα υπό το θάμβος της Μαρί Τερέζ, (αλλά και τα γλυπτά τα ίδια), μια σειρά έργων επηρεασμένα από θαλάσσια πλάσματα και το γιαπωνέζικο shunga, κάρβουνα, τετράδια σχεδίων, γράμματα του όπως και κάποια έργα εμπνευσμένα από τo περίφημο Ρετάμπλ του Ίζενχαϊμ (Isenheim Altarpiece) του Grunewald.
Κάθε αίθουσα είναι αφιερωμένη σε κάποια περίοδο της χρονιάς αυτής –σε γραμμικό χρονοδιάγραμμα- και έχει κάτι να διηγηθεί από τη ζωή του, την ιστορία ενός πίνακα, κάποιο περιστατικό που τον επηρέασε, κάποιο έργο που τον ενέπνευσε ή τις ανησυχίες του εκείνο τον καιρό.
έλεγε ο Πικάσο κι αυτή η διάχυτη αγάπη του για την ομορφιά και τη ζωή διατρέχει όλη την έκθεση.
Ο επισκέπτης καταλήγει για άλλη μια φορά έκθαμβος από το ασίγαστο μυαλό, πάθος και πινέλο της καλλιτεχνικής αυτής μεγαλοφυίας, για κάποιους της μεγαλύτερης του 20ου αιώνα.
Περνώντας την εσωτερική γέφυρα του μουσείου, στο κτήριο Blavatnic περνάμε επίσης και σε ένα τελείως διαφορετικό κοίταγμα στην τέχνη από ένα άλλο επίσης διακεκριμένο και σημαντικό κεφάλαιο της σύγχρονης τέχνης. Η Νεοϋορκέζα Joan Jonas δεν θα πρεπε να θέλει συστάσεις καθότι είναι από τις κορυφαίες πρωτοπόρους των επιτελεστικών τεχνών. Από τους καλλιτέχνες που εδώ και 50 χρόνια πειραματίζονται τολμηρά με τα όρια των μέσων είτε αυτό είναι γλυπτική, video art ή performance αλλά και με τα όρια της συμμετοχικότητας και της διάδρασης ανοίγοντας νέους δρόμους στη σχέση έργου, καλλιτέχνη και κοινού. Από τις πιο ακούραστες σκαπανείς των τεχνών, ανήσυχη, γεμάτη ιδέες με μια μοναδική ευελιξία στη χρήση διάφορων μέσων, η Jonas ανέπτυξε ένα εντελώς δικό της αλλά και διαρκώς μεταλλασσόμενο καλλιτεχνικό ιδίωμα μέσα από το οποίο ενέπνευσε και απελευθέρωσε επόμενες γενιές καλλιτεχνών.
Λάτρης της αφήγησης, των μύθων, των παραμυθιών και των παραδόσεων απ’ όλο τον κόσμο, φτιάχνει έργα γυναικεία, γήινα και μαγικά μέσω σύνθεσης πολλών μέσων. Οι εγκαταστάσεις της είναι γεμάτες αγάπη και φροντίδα για τη φύση, έναν ιδιότυπο σεβασμό αλλά και σκεπτικισμό προς την επιστήμη κι ένα προσωπικό αλφάβητο αντικειμένων (όπως η σκάλα ή ο καθρέφτης), συμβόλων (όπως ο κώνος) και τελετουργιών στις οποίες συχνά καλεί τον θεατή να λάβει μέρος. Η δομή δε των έργων της προσεγγίζει -όπως η ίδια αποκαλύπτει σε συνεντεύξεις της- την ποίηση των Williams Carlos Williams ή του Pound αλλά και αγαπημένους της σκηνοθέτες του Γερμανικού και Ρωσικού κινηματογράφου.
Η αναδρομική της στον 2ο όροφο της καινούριας πτέρυγας της Tate Modern, που επεκτείνεται και στα Tank του ισογείου, “η μεγάλυτερη έκθεση για την Jonas που έχει γίνει ποτέ στο Ηνωμένο Βασίλειο”, είναι ένας μικρός λαβύρινθος από εγκαταστάσεις στις οποίες έχουν λάβει χώρα performances αλλά λειτουργούν και ως γλυπτικά περιβάλλοντα και οθόνες που δείχνουν video art της, φιλμς ή βιντεσκοπημένες performances όπως και αντικείμενα, κοστούμια και μάσκες που έχει κατά καιρούς χρησιμοποιήσει σε δουλειές της.
Ξεχώρισα το ονειρικό φιλμ Volcano Saga με την Tilda Swinton και τον Ron Vawter, κάποια κομμάτια από τη σειρά My new theatre (μικρές ξύλινες κυβικές κατασκευές που θυμίζουν θεατρικές ‘σκηνές’ με οθόνες ως background και ενίοτε μινιατούρες να απαρτίζουν λιλιπούτειες εγκαταστάσεις), την εγκατάσταση της lecture-performance Reanimation και τις video art δουλειές της ως Organic Honey. Είναι όμως τόσο πλούσια η δουλειά της –αλλά και η έκθεση ομολογουμένως παρά τη μικρή της έκταση- που ο καθένας μπορεί να βρει κάτι που θα τον αγγίξει.
Η έκθεση συνοδεύεται με προβολές ταινιών της, ομιλίες, συζητήσεις με την ίδια και συγκινητικά re-enactments παλαιότερων δουλειών της από νέους performers ενώ η ίδια –υπέροχη στα 82 της, όλο ζωντάνια και πανέξυπνα μάτια- τριγυρίζει συχνά στο μουσείο, πάντα με χαμόγελο, παρέα με το σκύλο της.