Δεν είναι πουθενά σαν τα ’90, δεν είναι πουθενά σαν το μέλλον
Julie Becker και Lee Bul. London Strolling στο καλοκαιρινό Λονδίνο
Στις παρυφές εφιάλτη και τρυφερής ενατένισης η δουλειά της Αμερικανίδας Julie Becker, που παρουσιάζεται αυτό τον καιρό στο ICA ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ιδρύματα του Λονδίνου, φέρνει κοντά ετερόκλητα στοιχεία προκειμένου να αναδυθεί η ομορφιά που είδε ο Lautreamont στη συνάντηση μιας ομπρέλας και μιας ραπτομηχανής σε ένα χειρουργικό κρεβάτι.
Σε έργα όπως το Suburban legend (1999) και το Transformation and seduction (1999) οι παράδοξες συναντήσεις των Pink Floyd με τον Μάγο του Οζ ή του Nabokov με τον Disney φτιάχνουν με έναν σχεδόν Μπορχικό τρόπο νέες συνάψεις και δεύτερες αναγνώσεις παλιοκαιρισμένων αφηγήσεων. Πόσο μάλλον όταν στην περίπτωση του Suburban legend πυροδοτεί την περιέργεια ακόμα περισσότερο αφού χρησιμοποιεί τη λειτουργία του αστικού μύθου. Σύμφωνα με μια, αμφιβόλου προέλευσης, φήμη που αναπτύχθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’90, το Dark side of the moon, ένα από τα πιο εμβληματικά άλμπουμ των Pink Floyd, γράφηκε ως ένα είδος εναλλακτικού soundtrack για το Μάγο του Οζ, αυτό το αλλόκοτο παραμύθι πάνω στη φιλία και το αμερικάνικο no place like home αίσθημα, που έγινε το 1939 μια από τις πιο επιτυχημένες ταινίες του Αμερικανικού κινηματογράφου. Η Becker, όπως η ίδια διηγείται, άκουσε αυτή την ιστορία μέσα από τις παρέες του αδερφού της και θέλησε να το δοκιμάσει σε μια εγκατάσταση όπου ο θεατής είτε παρακολουθεί την ταινία όπως είναι, είτε με το τηλεκοντρόλ πηγαίνει στα σημεία όπου υποδεικνύονται, από την καλλιτέχνη, οι ’συμπτώσεις’ που δημιούργησαν τον μύθο. Αν και οι Floyd δεν παραδέχτηκαν ποτέ κάτι τέτοιο – ο Nick Mason μάλιστα όταν ρωτήθηκε απάντησε χαρακτηριστικά: Τι χαζομάρες, καμία σχέση δεν είχε με τον ‘Μάγο του Οζ’, ήταν όλο βασισμένο στη ‘Μελωδία της Ευτυχίας’(!)- η γοητεία της αμφιβολίας του μύθου ενεργοποιείται στην εγκατάσταση, ενώ το μικρό ‘σαλονάκι’ των ‘90s συνάδει με την νοσταλγική οικειότητα της ταινίας.
Ακόμα πιο ενδιαφέρουσες αναφορές στην pop culture των ’90 συναντάμε στη μεγάλη εγκατάσταση Researchers, Residents, A Place to Rest (1993–96) που καταλαμβάνει τον κάτω χώρο του ICA. Εδώ οι πραγματικοί χώροι εναλλάσσονται με τους φανταστικούς σε έναν λαβύρινθο από ακατάστατα δωμάτια που μοιάζουν σαν κάποιος να πέρασε και να τα ανακάτωσε πριν από λίγο και μια σειρά από μακέτες υποθετικών δωματίων ξενοδοχείου. Το αλλόκοτο αυτό μικροσκοπικό ξενοδοχείο είναι στοιχειωμένο από ημι-γνώριμους ήρωες όπως η Eloise, από τη σειρά παιδικών βιβλίων της Kay Thompson, που ζει στο New York Plaza Hotel με τη γκουβερνάντα και το σκυλάκι της, ο Danny Torrance, το παιδάκι με τις μεταφυσικές ικανότητες από τη Λάμψη του Stephen King (και την ομώνυμη ταινία του Kubrick φυσικά) που ζει με τους γονείς του στο Overlook Hotel, ή το ιδιαιτέρως δημοφιλές μέντιουμ Voxx.
Και εδώ η συνύπαρξη διαφορετικών στοιχείων προκαλεί νέες διαδρομές της σκέψης.
Η δουλειά της Becker είναι καλά ριζωμένη στην πραγματικότητα παρόλα αυτά. Κοιτάζει γύρω της, δίπλα της, στον από κάτω όροφο, στη γειτονιά και αφουγκράζεται προσεκτικά πριν λειτουργήσει σαν διαπασών του περιβάλλοντος, σαν ένα υπερευαίσθητο αντηχείο της πόλης και των ανθρώπων της. Γι’ αυτό και επιχειρεί να προσεγγίσει τον αστικό μύθο, την ποπ κουλτούρα, το σινεμά ή τη λογοτεχνία όχι ως διεξόδους από αυτή την ισοπεδωτική πραγματικότητα που την περιβάλλει, αλλά ως μέσα ανίχνευσης και αποσταθεροποίησης ενός κόσμου μεταβαλλόμενου με τέτοια ταχύτητα που η ίδια εντέλει δεν άντεξε να ακολουθήσει. Αυτοκτόνησε το 2016 σε ηλικία μόλις 43 χρονών.
Στον αντίποδα της γειωμένης, αστικής, και ενίοτε ωμής ματιάς της Becker, η Νοτιοκορεάτισσα Lee Bul δημιουργεί ένα αποστειρωμένο μελλοντολογικό σύμπαν από γλυπτά, εγκαταστάσεις, σχέδια και video performances μέσα από το οποίο σχολιάζει τα δικαιώματα των γυναικών, την πολιτική κατάσταση της Κορέας, την εξέλιξη της αρχιτεκτονικής, την καταπάτηση της φύσης και την αποξένωσή μας από αυτήν.
Ο κόσμος της, βγαλμένος άλλοτε από διαστημική όπερα των ‘70 άλλοτε από τη Κθούλου μυθολογία του Lovecraft, εξαπλώνεται μέσα στην γκαλερί σαν ζωντανό θεατρικό σκηνικό, κατακλυσμένο από μυστήρια γλυπτικά πλάσματα, που παραπέμπουν στην Cyborg προβληματική της Donna Haraway από τη δεκαετία του ’80.
Cyborgs ή τέρατα κυριαρχούν στον κάτω χώρο της γκαλερί, βρίσκονται παντού, στον αέρα, στους τοίχους ή ανάμεσα στους θεατές, άλλοτε εφιαλτικά άλλοτε αισθησιακά, έτοιμα να κινηθούν προς το μέρος σου ή να μεταλλαχτούν σε κάτι απρόσμενο, γλυπτά-εξαρτήματα από ακαθόριστες μηχανές ή τμήματα στολών στις προθήκες, μακέτες από απίθανα κτήρια από γυαλί και μέταλλο τριγύρω. Και κάπου ένα διαστημικό σκάφος-καραόκε. Το αναπαραστατικό στοιχείο είναι έντονο, τα έργα της θέλουν να διηγηθούν ιστορίες ενός κόσμου που αργεί μεν αλλά όχι πολύ. Έτσι η περιήγηση στους όμορφους λευκούς φωτεινούς χώρους του ισογείου της ανακαινισμένης Hayward Gallery μοιάζει με επίσκεψη σε ένα μουσείο με απομεινάρια από το μέλλον.
Tην ίδια στιγμή βέβαια ασκεί και άμεση πολιτική κριτική στην Κορέα μέσα από έργα όπως το ζοφερό Heaven and Earth -που αναφέρεται στον θάνατο του διαδηλωτή Park Jong-chut το ‘87- ή με τολμηρές φεμινιστικές performances όπως το Abortion (1989), το Thank you for suffering – You think I an a puppy on a picnic? (1990) ή το Majestic Splendor (1991-2018) όπου σχολιάζει με έναν οξύ και χαρακτηριστικά γλαφυρό τρόπο τη θέση και τα δικαιώματα των γυναικών τόσο στη χώρα της όσο και παγκοσμίως.
Στον πάνω όροφο δε, μετά από το αμιγώς φουτουριστικό σκηνικό του ασημένιου ζέπελιν που αιωρείται μέσα στον λευκό χώρο, περιμένει τον θεατή ένας λαβύρινθος με καθρέφτες. Στο Via Negativa II (2014) η μικρή παγίδα αμηχανίας και αυτογνωσίας των πολλαπλών ειδώλων καταλήγει αναπάντεχα σε ένα φωτεινό κέντρο, σαν Βουδιστικό satori.
Η έκθεση της Bul είναι μια επίδειξη απαράμιλλης τεχνογνωσίας, κατασκευαστικής μαεστρίας και πνεύματος από μια υπερδραστήρια και άφοβη καλλιτέχνη με οξεία κριτική ματιά, που διαλέγεται εντυπωσιακά με τη μπρουταλιστική αρχιτεκτονική της νέας ανακαινισμένης Hayward Gallery.
Παρόλα αυτά η απλότητα του αυγού του Κολόμβου που χαρακτηρίζει κάποια από τα ‘τραχιά’ έργα της Julie Becker, λειτουργεί ενίοτε εξόχως πιο αφοπλιστικά.
Τόσο η ιστορική Hayward Gallery -που φέτος γιορτάζει τα 50 της χρόνια- όσο και το ICA πάντως είναι ιδρύματα που αξίζει κανείς να επισκεφτεί αν βρεθεί στο Λονδίνο. Το ICA, επιπλέον, έχει ένα από τα πιο ενημερωμένα βιβλιοπωλεία σε τομείς τέχνης, αρχιτεκτονικής, design και θεωρίας που έχω συναντήσει στην πόλη.
Λονδίνο 2018