Portrait, such a nice way to remain immortal
Goya In National Gallery, Auerbach In Tate Britain
Trafalgar square is undoubtfully one of the most popular destinations in London. Apart from the Nelson column and the four lions around it though, for more than a year now, the skeleton of a horse with a LED bow showing a ticker of the latest London stock prices tied round its leg, has been standing on the south-west plinth of the square. The place that was once destined for an unrealized statue of William IV since 1998 is used for exhibiting contemporary sculptures commissioned by the Mayor of London. Until the end of 2016 thus we have the opportunity to look at Gift Horse, the sculpture of controversial German artist Hans Haacke, which is based on an anatomy engraving of the painter George Strubbs and is inspired by the famous economist Adam Smith. Haacke’s sarcasm over the dipole economic systems vs make a living is more than eloquent in this ephemeral monument standing in the centre of London.
Another good reason for passing by Trafalgar Sq. is for visiting two very important London museums, the National Gallery and the National Portrait Gallery. Especially when in the first is taking place one of the most discussed exhibitions of the town “Goya, the portraits”.
Goya’s paintings are of course met in most of art museums all around the world, while some of them are so famous they have almost marked out –in a matter of speaking- our collective unconscious. Paintings like Saturn Devouring His Son or Clothed and Unclothed Maya are known through school books, art catalogues and documentaries or even art prints and cards. Apart from his dark and political works, his black paintings, the satirical Capriccios and the bitter Disasters of war, Francisco Jose de Goya y Lucientes was mainly a court painter and the main portrait maker of Madrid aristocracy of his time. What is deeply interesting about his portraits and this exhibition is that they are different from the beautifying formal representations (like Velasquez’s or Van Dykes’). Goya’s portraits are scandalously humane, sometimes ugly or arrogant while vanity and emptiness are represented through the expressions and glances of the aristocrats with the same precision as their expensive and impressive clothes’ details. The Duke of Wellington seems extremely morose while the Duchess of Alba is so arrogant that her famous attractiveness is almost unnoticed. Equally interesting are his own self portraits –so sad a man Goya, so many personal tragedies, from the loss of six children to his deafness- where sometimes there is an arrogance about his important place in the court and other times a deep melancholy, reminding Rembrandt’s ones. What makes the last part of the exhibition, the one with his friends and relatives’ portraits, especially remarkable, is the warmth and beauty of the faces, that are not related with their natural characteristics. Expressions here are softer, artist’s vision is more emotional, lines are free while the portrait of his kind friend Leandro Fernandez de Moratin seems almost impressionistic.
Continuing our exploration of the representation of the human face we can walk towards Tate Britain and Frank Auerbach’s fascinating vision. We are now in the 20th century -2 centuries after Goya- faced with contemporary and bold expressionism. Plump pastes, intense colours, fast lines with no curves –curves in Auerbach’s works are created only by the collision of his fast gestural straight lines- and big portions of colours creating impressing relief qualities in faces and landscapes. Auerbach paints his wife, his friends, colleagues, co-workers, his curator with oils, acrylics, pencils and carbon and the result is always sharp pictures with an intense emotional power. Leaving the place, a red and yellow sense follows you while possessed by the multi-torn, scratched and deliberately damaged self portrait of the artist that cannot but refers to one of the most famous pictures of Baudelaire.
Aurebach’s work is extremely idiosyncratic and emotional but not by violating emotions. As he is saying in an interview you can watch inside the gallery, he would never appreciate someone who tries deliberately produce emotions, artist’s emotions should come out naturally through his work
And a last and brief proposition for parents and children who love art and playing. The Idol made by the artist Marvin Gay Chetwynd for the Abbey Leisure Cenrein Barking is not just a small playhouse of soft play. It is a chaotic black and white labyrinth, an art installation-totem- cyborg inspired by a Neolithic idol found in East London at the beginning of the 20th century, totally safe for children 2-6 year olds, and absolutely joyful for children and parents as well.
This was first published in elculture magazine in greek on November 2015.
Keep scrolling for the translation.
Goya και Auerbach
Πορτραίτο, να ένας ωραίος τρόπος να μείνεις στην αιωνιότητα.
Η πλατεία Τραφάλγκαρ είναι σίγουρα ένας από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς περιήγησης στο Λονδίνο. Πέραν όμως της στήλης του Νέλσονα και των τεσσάρων λιονταριών που ρεμβάζουν γύρω της, εδώ κι ένα χρόνο περίπου μπορεί κανείς να σαστίσει λίγο μπροστά στο σκελετό ενός αλόγου, με μια κυλιόμενη επιγραφή χρηματιστηρίου δεμένη στο πόδι του, που στέκεται πάνω στον νοτιοδυτικό πλίνθο της πλατείας. Η θέση που προορίστηκε κάποτε για ένα άγαλμα του Γουίλιαμ του 4ου έφιππου, το οποίο ποτέ δεν έγινε, εδώ και μερικά χρόνια –συγκεκριμένα από το 1998- φιλοξενεί γλυπτά σύγχρονων καλλιτεχνών, από ανάθεση της Δημαρχίας του Λονδίνου. Μέχρι το 2016 λοιπόν έχουμε την ευκαιρία να κοιτάμε το Gift Horse του αιχμηρού και πολιτικού Γερμανού καλλιτέχνη Hans Haacke, βασισμένο σε χαρακτικό ανατομίας του Άγγλου ζωγράφου George Stubbs και εμπνευσμένο από τον οικονομολόγο Adam Smith. Η σαρκαστική ματιά του Χάακε στο δίπολο σύγχρονα οικονομικά συστήματα vs βιοπορισμός στο κέντρο του Λονδίνου, είναι εύγλωττη όσο πρέπει σε αυτό το εφήμερο μνημείο.
Ένας άλλος καλός λόγος να περάσει κανείς από την Τραφάλγκαρ όμως, είναι και για να επισκεφθεί δυο πολύ σημαντικά κρατικά μουσεία του Λονδίνου, τη National Gallery και τη National Portrait Gallery. Πόσο μάλλον όταν στην πρώτη αυτή την εποχή λαμβάνει χώρα μια από τις πιο πολυσυζητημένες εκθέσεις της πόλης, τα πορτραίτα του Γκόγια, (Goya, The portraits).
Γκόγια, φυσικά, κάθε λάτρης των τεχνών έχει συναντήσει στα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου, ενώ κάποια έργα του έχουν σχεδόν σημαδέψει το συλλογικό μας φαντασιακό, θα τολμούσε κανείς να πει. Πίνακες σαν τον Κρόνο που καταβροχθίζει τα παιδιά του, την 3η Μαΐου του 1808 ή τη ντυμένη και γυμνή Μάγια τους έχουμε δει από βιβλία σχολικά, λευκώματα τέχνης και ντοκιμαντέρ, μέχρι σε πολυάριθμες ανατυπώσεις τους σε αφίσες και καρτ ποστάλ. Εκτός όμως από τα σκοτεινά και πολιτικά έργα του, τους μαύρους πίνακες, τα σατυρικά Καπρίτσια του και τα πικρά Δεινά του πολέμου, ο Francisco Jose de Goya y Lucientes υπήρξε κυρίως αυλικός καλλιτέχνης, επίσημος πορτραιτίστας της αριστοκρατίας της Μαδρίτης των τελών του 18ου αιώνα. Το μέγα ενδιαφέρον των πορτραίτων αυτών και της έκθεσης, είναι το ότι απέχουν μακράν από τις ωραιοποιημένες τυπικές προσωπογραφίες (σαν αυτές του Βελάσκεθ π.χ. ή του Βαν Ντάικ και άλλων αυλικών καλλιτεχνών). Τα πορτραίτα του Γκόγια είναι σκανδαλιστικά ανθρώπινα, ενίοτε άσχημα και αλαζονικά, ενώ η υφή της ματαιοδοξίας και της κενότητας των ευγενών αποδίδεται, μέσα από βλέμματα και εκφράσεις, με την ίδια επιμέλεια με την οποία αποδίδεται και αυτή των φανταχτερών ρούχων τους, μέσα από τη λεπτομέρεια των ακριβών και εντυπωσιακών υφασμάτων. Ο Φερδινάνδος ο 7ος της Ισπανίας δείχνει εξαιρετικά κακοδιάθετος, ενώ η Δούκισσα της Άλμπα είναι τόσο αλαζονική, που εκλείπει η αύρα της γοητείας της και δεν πείθει ως περίφημη καρδιοκατακτήτρια της εποχής. Εξίσου ενδιαφέρον έχουν τα αυστηρά αυτοπορτραίτα του –θλιμμένος άνθρωπος ο Γκόγια, με προσωπικές τραγωδίες, από το χαμό των έξι από τα εφτά παιδιά του μέχρι την αρρώστια που του κόστισε την ακοή του- στα οποία άλλοτε διαφαίνεται η αυταρέσκεια της θέσης του στην αυλή και άλλοτε μια βαθιά ανθρώπινη μελαγχολία, που θυμίζει τα αντίστοιχα του Ρέμπραντ. Από τα πιο ενδιαφέροντα πάντως κομμάτια της έκθεσης είναι το τελευταίο μέρος, τα πορτραίτα των φίλων του και των συγγενών του, όπου τα πρόσωπα πια έχουν ζεστασιά και ομορφιά ανεξάρτητη των φυσικών τους χαρακτηριστικών. Τα βλέμματα είναι πιο μαλακά, η ματιά του καλλιτέχνη ενέχει συγκίνηση, οι εκφράσεις πιο συμπαθητικές και οικείες, οι γραμμές πιο ελεύθερες ενώ το πορτραίτο του φίλου του και συγγραφέα Leandro Fernández de Moratín φτάνει να είναι σχεδόν ιμπρεσιονιστικό.
Συνεχίζοντας την παρατήρηση της απόδοσης του ανθρώπινου προσώπου κατηφορίζουμε προς την Tate Britain όπου ο Frank Auerbach έχει και αυτός να επιδείξει –μεταξύ άλλων- και μια πολύ ενδιαφέρουσα οπτική του πορτραίτου. Εδώ φυσικά έχουμε περάσει δυναμικά στον εικοστό αιώνα και σε έναν σύγχρονο και τολμηρό εξπρεσιονισμό. Παχιές πάστες, έντονα χρώματα, γρήγορες γραμμές χωρίς καμπύλες- οι καμπύλες στον Άουερμπαχ εμφανίζονται σχεδόν παρεμπιπτόντως από την σύμπτωση των χειρονομιακών ευθειών του – απίστευτες ποσότητες χρώματος να δημιουργούν εντυπωσιακές ανάγλυφες ποιότητες στα πρόσωπα και τα τοπία. Ο Άουερμπαχ ζωγραφίζει τη γυναίκα του, τους φίλους του, συναδέλφους, συνεργάτες, την επιμελήτριά του με λάδια με ακρυλικά ή με μολύβια και κάρβουνο, ενώ το αποτέλεσμα πάντα είναι αιχμηρές εικόνες έντονης συναισθηματικής φόρτισης. Η αίσθηση βγαίνοντας είναι μια επικράτεια του κόκκινου και του κίτρινου, αν και το χιλιοσκισμένο, γρατζουνισμένο και εσκεμμένα ταλαιπωρημένο αυτοπορτραίτο από κάρβουνο του καλλιτέχνη – σε μια στάση που δεν μπορεί να μην παραπέμψει σ’ εκείνη τη γνωστή βλοσυρή φωτογραφία του Μποντλέρ-, όπως και το αντίστοιχο της γυναίκας του στην αρχή της έκθεσης, σχεδόν σε στοιχειώνουν.
Μια πρόταση είναι πάντως, αν βρεθείτε σε αυτή την έκθεση, να μη φύγετε από την έξοδο, αλλά να τη δείτε και μια δεύτερη φορά, επιστρέφοντας προς την είσοδο, κοιτάζοντας αυτή τη φορά τα έργα από απόσταση. Ίσως έτσι να φανούν πιο καθαρά οι προοπτικές στα τοπία και –κυρίως- αυτά τα ακατάληπτα πορτραίτα να αποκτήσουν μια πιο αναγνώσιμη έκφραση, καθώς η βροντερή τους εκφραστικότητα σίγουρα δεν έχει να κάνει με την ευκρίνεια των προσώπων. Η δουλειά του Άουερμπαχ είναι εξαιρετικά ιδιοσυγκρασιακή και συναισθηματική, χωρίς να εξαναγκάζει όμως το συναίσθημα. Όπως λέει και ο ίδιος σε μια βιντεοσκοπημένη συνέντευξη που προβάλλεται στο μουσείο, δεν θα εκτιμούσε ποτέ κάποιον που θα προσπαθούσε να βγάλει εσκεμμένα συναίσθημα από τη δουλειά του, το συναίσθημα υπάρχει στον καλλιτέχνη και από εκείνον θα βγει φυσικά στο έργο.
Μια σύντομη τελευταία πρόταση για τους γονείς φιλότεχνους. Το Abbey Leisure Centre στο Barking ανέθεσε στην εικαστικό Marvin Gaye Chetwynd να φτιάξει ένα μικρό παιδότοπο soft play μέσα στο χώρο του αθλητικού κέντρου της περιοχής. Το αποτέλεσμα είναι το The Idol, ένας χαώδης ασπρόμαυρος λαβύρινθος μαλακού παιχνιδιού, απολύτως ασφαλής για παιδιά 2-6 χρονών. Πρόκειται δηλαδή για ένα έργο τέχνης, εγκατάσταση-τοτέμ-σάιμποργκ, εμπνευσμένο από ένα ειδώλιο Νεολιθικής εποχής που βρέθηκε στις αρχές του αιώνα στο Ανατολικό Λονδίνο, απολαυστικό τόσο για τα παιδιά, όσο και για τους γονείς. Απλώς για τους τελευταίους ίσως να απαιτεί λίγες αντοχές παραπάνω για να ακολουθήσουν τα μικρά τους στην εξερεύνησή τους.