Το καλοκαίρι των χαμένων παιδιών

summer-of-love.jpg

50 χρόνια μετά το καλοκαίρι της αγάπης

 

Well everybody's dancin' in a ring around the sun Nobody's finished, we ain't even begun. So take off your shoes, child, and take off your hat. Try on your wings and find our where it's at. 

 

Στα τέλη της κρύας άνοιξης του 1967 η καλιφορνέζα δημοσιογράφος και συγγραφέας Joan Didion πάει στο Σαν Φρανσίσκο και αναμειγνύεται με το πλήθος των νέων με τα λουλούδια στα μαλλιά, που είχαν ήδη αρχίσει να μαζεύονται από την αρχή της χρονιάς, για τη μεγάλη γιορτή που έμεινε στην ιστορία ως Το καλοκαίρι της αγάπης.  

Ακολουθώντας την περιήγησή της το ρομαντικό πέπλο της πρωτοφανούς εκείνης μάζωξης -200.000 αναφέρει η ίδια ότι αναμένονταν, για 100.000 μιλούν εντέλει τα ρεπορτάζ της εποχής- παραμερίζεται λίγο για να αφουγκραστούμε τις παθογένειες μιας ολόκληρης εποχής.  

Τα τέλη του ’60 είναι από τις πιο δονούμενες περιόδους της Αμερικάνικης ιστορίας αλλά και του κόσμου όλου.  

 

Το κέντρο δεν βαστούσε –γράφει η Didion στο Slouching towards Bethlehem- ήταν μια χώρα βυθισμένη σε ειδοποιητήρια χρεοκοπιών και ανακοινώσεις δημόσιων πλειστηριασμών και καθημερινές αναφορές φόνων, χαμένα παιδιά, εγκαταλελειμμένα σπίτια, και βανδαλισμούς. 

 

Μια εποχή κριτικής στον αναδυόμενο καταναλωτισμό, στην αλαζονεία του μοντερνισμού, στην πολεμική βιομηχανία και τη δυτική ηγεμονία στο καπιταλιστικό πλασάρισμα ενός θαυμαστού καινούριου πλαστικού κόσμου – μια εποχή απραγματοποίητων προσδοκιών και αυξανόμενης απογοήτευσης.  

Η τέχνη από την μία σε κρίση αυτοκριτικής γυρνάει πλάτη στην αφαίρεση και στην εμπορική τέχνη, αναμειγνύεται ενεργά με τον κόσμο, το τετριμμένο και την καθημερινότητα με κινήματα όπως fluxus, arte povera ή pop art, μιλάει για το ενιαίο τέχνης και ζωής. Από την άλλη βέβαια, το υποβιβασμένο οπτικό ερέθισμα αναδεικνύει τελικά υπερτροφικά το θεωρητικό της κομμάτι, κάτι που είναι πιο ορατό στον μινιμαλισμό και την conceptual, απομακρύνοντάς την πάλι από τον μη μυημένο. 

Ο μεταφυσικός Μάγος του Fawles, ο αιρετικά μεταμοντέρνος Βλαχοχορτοφάγος του Barth και το In cold Blood του Capote μεταξύ άλλων ταράζουν τα λογοτεχνικά νερά και συμβάλλουν σε ένα νέο πνεύμα κριτικής της επιστήμης, της τεχνολογίας και του καπιταλισμού. Διαβάζονται λαίμαργα και παράλληλα με τους εξίσου αφοριστικούς beat που αποτελούν άλλωστε τα ινδάλματα της  επαναστατημένης νεολαίας. Ιδιαίτερα δημοφιλή στους νέους Αμερικάνους της εποχής και τα Αποφθέγματα του προέδρου Μάο.  

Στο West Coast, πάραυτα, οι αντιρατσιστικές και αντιπολεμικές κινητοποιήσεις και οι φοιτητικές προσπάθειες ανάδειξης ενός νέου δυναμικού αριστερού κινήματος δεν φαίνεται να εμποδίζουν την εκλογή του πρώην ηθοποιού και συντηρητικού Ronald Reagan ως κυβερνήτη της Καλιφόρνια. Κι αυτό γεννά νέες απογοητεύσεις. 

 

Δεν ήταν μια χώρα σε ανοιχτή επανάσταση. Δεν ήταν μια χώρα υπό εχθρική απειλή. Ήταν οι ΗΠΑ της κρύας όψιμης άνοιξης του ’67 και οι αγορές ήταν σταθερές και το ΑΕΠ υψηλό και ένας υπολογίσιμος αριθμός ανθρώπων με αξιοσημείωτη ευφράδεια έμοιαζε να έχει υψηλούς κοινωνικούς σκοπούς και μπορεί να έμοιαζε μια άνοιξη θαυμαστών ελπίδων και εθνικών υποσχέσεων, όμως δεν ήταν και όλο και περισσότερος κόσμος ένοιωθε άσχημα γνωρίζοντάς το. 

 

Στον ορίζοντα ένας Μάης του ’68, μια  Άνοιξη της Πράγας κι ένα Stonewell, η Ελλάδα υπό τη Δικτατορία των Συνταγματαρχών – μεταξύ άλλων πραξικοπημάτων ανά τον κόσμο-, ο πόλεμος των έξι ημερών στο Ισραήλ ενώ μόλις ένα χρόνο πριν, τον Απρίλη του ’66, το Time κυκλοφορεί το περίφημο τεύχος του Is God Dead? 

 Το 1967 δεν είναι μια εύκολη χρονιά. Εν μέσω ψυχού πολέμου και με έναν ακόμα από τους πιο μισητούς πολέμους, αυτόν του Βιετνάμ να στοιχειώνει τις συνειδήσεις οι έφηβοι της Αμερικής έχουν ανάγκη από φρέσκιες λαβές πίστης και οι νεαροί πολιτικοί ακτιβιστές των πανεπιστημίων, μετά από απανωτές απογοητεύσεις, στρέφονται εντέλει σε άλλους δρόμους. Η μουσική, ο απενοχοποιημένος ελεύθερος έρωτας και η ψυχεδέλεια που ο τέως καθηγητής του Χάρβαρντ Τίμοθι Λίρι εγκωμιάζει με ενθουσιασμό ως short cut για τη διεύρυνση της συνείδησης που ευαγγελίζονταν οι, τόσο της μόδας, ανατολικές θρησκείες, μοιάζουν να συστήνουν μια καινούρια κοσμοθεωρία διαφυγής. 

 

Such a strange vibration People in motion 

 

Ήδη στο Σαν Φρανσίσκο μια νέα φυλή ανθρώπων έχει αρχίσει να μαζεύεται από τα μέσα του ’60.  

 

Στο Σαν Φρανσίσκο ήταν που η κοινωνική αιμορραγία έδειχνε το πρόσωπό της. Στο Σαν Φρανσίσκο ήταν που τα χαμένα παιδιά μαζεύονταν και αλληλοαποκαλούνταν «χίπις» 

 

Το επίσημο κάλεσμα για αυτό που ονομάστηκε με τόση θέρμη Το καλοκαίρι της αγάπης ήταν το Human be-in φεστιβάλ του Golden Gate Park τον Ιανουάριο του 1967. 

 Τα ονόματα που έπαιξαν είναι πλέον θρυλικά, Janis Joplin, Jefferson Airplane, Grateful Dead μεταξύ άλλων ενώ και ο Ginsberg και ο Leary και ο Ζεν γκουρού Alan Watts έδωσαν πανηγυρικό παρόν. 

Τα θεμέλια για το όραμα του καλοκαιριού είχαν μπει επισήμως – οι 20.000 θεατές του Be-in αποτέλεσαν τη μαγιά ενώ λίγους μήνες αργότερα η μεγάλη πορεία κατά του πολέμου του Βιετνάμ που γίνεται εκεί επιβεβαιώνει την ταυτότητα της νέας ουτοπικής κοινωνίας που σκαρώνεται. 

  

Nothing you can do but you can learn how to be you in time. It's easy. 

All you need is love. 

 

Ο John Phillips των Mamas & the Papas γράφει για τον Scott MacEnzie τον ύμνο του καλοκαιριού If you’re going to San Francisco, η Grace Slick το White Rabbit και τον Ιούνιο βγαίνει θριαμβικά το St. Pepper Lonely Heart Club Band –  τον ίδιο Ιούλιο, δε, κυκλοφορεί και το All you need is love ως ανεξάρτητο σινγκλ. 

Και ο κόσμος συνεχίζει να μαζεύεται. Στο Slouching towards Bethlehem η Didion  με μικρά ενσταντανέ από το Haight and Ashbury, το σταυροδρόμι ομφαλό των κοινοβίων χίπις που αναπόφευκτα έμεινε γνωστό ως Hashbury (hash υπενθυμίζω είναι η κάνναβη), μας ξεναγεί διακριτικά στα άγνωστα βαθιά της ιστορίας. 100.000 άνθρωποι σε μια περιοχή 40 οικοδομικών τετραγώνων. Δεκαπεντάχρονοι drop-outs και φιλοσοφία της παραίσθησης, προβιοτικά, μηλόπιτες και πολύ χόρτο, οι Grateful Dead, οι Jefferson Airplane οι Big Brother and the Holding company (της Joplin) και οι φανς τους, ανατολικές θρησκείες, Hells’ Angels και love on acid – όλα μοιάζουν τα περιστρέφονται γύρω από τη μουσική, το LSD και τις εναλλαγές σεξουαλικών συντρόφων. Ψυχοτρόπες ουσίες, αισιοδοξία, beats και χίπι γκούρους, επιστροφή στη φύση σε έναν ινδιάνικο τρόπο ζωής, οικογένειες-φυλές και κοινοκτημοσύνη, ένας νέος ιδιότυπος πρωτογονισμός, μια απόλυτη απαξίωση του συστημικού καπιταλιστικού καταναλωτικού μοντέλου που προωθείται ευρέως από τη ρεπουμπλικανική κυβέρνηση. Οι ηλικίες κυμαίνονται μεταξύ 15-30.  

Το μεγάλο γεγονός γύρω από το οποίο εξελίσσεται ο ψυχεδελικός χωροχρόνος φυσικά και είναι μουσικό. Πρόκειται για το εμβληματικό Monterey Pop Festival με ένα από τα πιο αξιοζήλευτα line ups ever. Εκτός από τους “μόνιμους” Jefferson Airplanes, Greatful Dead και Big Brother and the Holding Company από τη σκηνή παρέλασαν οι Who, o Jimmie Hendrix -στην πρώτη του εμφάνιση-, ο Eric Burdon, ο Ottis Redding, οι Mamas & the Papas και ο Ravi Shankar. Το Monterey festival μπορεί πια να έχει επισκιαστεί από το Woodstock, που έγινε δυο χρόνια μετά στο east coast πλέον, αλλά υπήρξε εκείνο που ανέδειξε όλη αυτή τη μουσική σκηνή μέσα από την οποίο χτίστηκε ο θρύλος του Woodstock. 

 

 Στο μεγάλο χωνευτήρι της εμπορευματοποίησης και του καταναλωτισμού της Δύσης των μέσων του 20ου αιώνα το Hashbury δεν αποφεύγει να γίνει ένα ακόμα αξιοθέατο και πολύ σύντομα τουριστικά λεωφορεία άρχισαν να φέρνουν τουρίστες για να παρακολουθήσουν, με γουρλωμένα μάτια και αποτροπιασμό, αυστηρά μέσα από τα παράθυρά τους, τη “Hippieland”, το φάντασμα μιας ελευθερίας πνιγμένης στα ναρκωτικά, τη μουσική και τον ελεύθερο έρωτα.  

 

And if you go chasing rabbits, and you know you're going to fall Tell 'em a hookah-smoking caterpillar has given you the call And call Alice, when she was just small 

 

«Υπάρχουν τρεις βασικές πληροφορίες για τον κόσμο εδώ σήμερα», μου λέει ο Chet Helmet ένα βράδυ, (…) «Η πρώτη είναι ότι ο θεός πέθανε πέρσι και τον νεκρολόγησαν στον τύπο. Η δεύτερη ότι το 50% του πληθυσμού που είναι ήδη εδώ ή θα έρθει είναι κάτω από 25 χρονών.» Ένα αγόρι κούνησε προς εμάς το ντέφι του και ο Chet του χαμογέλασε ξέγνοιαστα. «Και η τρίτη» συνέχισε «είναι ότι έχουν είκοσι εκατομμύρια δολάρια να ξοδέψουν ανεύθυνα»  

 

Η ουτοπία μιας «εναλλακτικής» κοινωνίας μέσα στην «συστημική» κοινωνία δεν θα μπορούσε να κρατήσει για πολύ.  Οι χίπις εξάλλου, υπογραμμίζει και ο Hunter S. Thomson, σε αντίθεση με τους πολιτικοποιημένους φοιτητές ακτιβιστές ενδιαφέρονταν περισσότερο στο να βρουν έναν τρόπο να παρατήσουν εντελώς την κοινωνία, παρά να την αλλάξουν. 

 

Σαν τεχνικολόρ όνειρο του Τιμοθι Λίρι βγαλμένο από βιβλίο του Τομ Ρομπινς και επιζωγραφισμένο από τον Wes Wilson η μεγάλη γιορτή των παιδιών των λουλουδιών δεν άντεξε πάνω από τρεις μήνες που, κι όμως, ήταν αρκετοί για να αναδυθεί ένας από τους πιο ειδυλλιακούς αστικούς μύθους του εικοστού αιώνα.  

Γιατί το Σαν Φρανσίσκο του ’67 δεν ήταν μόνο οι ονειροπόλοι ξυπόλυτοι μύστες με τα λουλούδια στα μαλλιά, τα βικτοριανά κοστούμια και τις καουμπόικες μπότες που κάπνιζαν μόνο μαριχουάνα και μισούσαν την πολιτική και το χρήμα ή οι πολιτικοποιημένοι φοιτητές, άλλοτε ακτιβιστές, που πίστευαν στα δικαιώματα κάθε μειονότητας, οι νέο-μυημένοι στο Ζεν και τον Ινδουισμό ειρηνιστές και οι μηδενιστές beats, ούτε μόνο τεράστια μποέμ μουσικά είδωλα -όπως η Joplin, η Slick και ο Hendrix- το Magic Bus του Ken Kenney και το Monterey. Ήταν επίσης ανήλικοι που είχαν εγκαταλείψει σπίτια και σχολεία και αλαφιασμένοι γονείς και αστυνομία να τους ψάχνουν, νέα παιδιά εθισμένα στη –φρέσκια τότε ακόμα στην πιάτσα- μεθαμφεταμίνη που εύκολα περνούσαν στη συνέχεια στην ηρωίνη, πεντάχρονα on acid και βιασμοί κοριτσιών αναίσθητων από τα ναρκωτικά.  

 

Τον Οκτώβρη του ’67 η παρέλαση – κηδεία των Χίπις σηματοδοτεί το τέλος του καλοκαιριού της αγάπης και τη ματαίωση του ονείρου που σκιαγράφησε. 

 

You know that I could be in love, with almost everyone  I think that people are the greatest fun  And I will be alone again tonight 

 

Ναι τα ιδανικά των παιδιών των λουλουδιών εξακολουθούν να είναι, και θα είναι πάντα, το ζητούμενο, η αγάπη, η ελευθερία η ειρήνη, η απόλαυση του έρωτα χωρίς ενοχές, η αλληλεγγύη και η συντροφικότητα, το αγκάλιασμα κάθε διαφορετικότητας. Και το Σαν Φρανσίσκο ναι μεν υπήρξε μια στιγμιαία κάψουλα όλων αυτών, αλλά και με όλες τις παθογένειες της ανθρώπινης φύσης, του ανεξέλεγκτου πλήθους και μιας γενιάς που -εισχωρώντας στη φούσκα -πέρασε πολύ γρήγορα στην πραγμάτωση του ονείρου για να μην το καταχραστεί.  

 

Πενήντα χρόνια μετά, παρόλα αυτά, και παρακάμπτοντας την τραγική απορρόφηση του Hashbury από ένα ισοπεδωτικό κοινωνικοπολιτικό σύστημα αξιών, της εμπορικής εκμετάλλευσης της μουσικής και της αισθητικής που το σημάδεψαν και της χίπικης κουλτούρας της αγάπης που κατέληξε αποκριάτικη στολή και καρικατούρα εποχής, η νοσταλγία και –γιατί όχι- η ελπίδα επιμένει.  

 

Υπό την επήρεια αυτής ακριβώς  της νοσταλγίας και επ’ ευκαιρία της επετείου των πενήντα χρόνων στήνονται φέτος εκδηλώσεις, συναυλίες και εκθέσεις εμπνευσμένες από το καλοκαίρι του ’67 σε όλο τον κόσμο. Ενδεικτικά στο Λονδίνο είδαμε από τις αρχές του καλοκαιριού στο The Muse Gallery του Portobello τις εμβληματικές ψυχεδελικές αφίσες του Larry Smart, στο De Young Museum του San Francisco γίνεται μια μεγάλη έκθεση Art, Fashion & Rock’n’Roll, The summer of love experience που θα κρατήσει όλο το καλοκαίρι ενώ στο Art Space Pythagorion στη Σάμο η έκθεση Summer of Love θα επιχειρήσει τον Αύγουστο να ανιχνεύσει τις διασταυρώσεις της πολιτικής με την αγάπη ως κυρίαρχες ανθρώπινες δυναμικές.  

Λονδίνο 2017  

Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στο ελculture τον Ιούνιο του 2017