Ένα μη τρομακτικό κοντά


 

Υπάρχει μια συγκεκριμένη ποιότητα στη δουλειά της Shilpa Gupta που σε στοιχειώνει. Κάτι αναπάντεχο, βαθύ και εύστοχο. Πρόκειται για δουλειά που άνετα θα κατατασσόταν  στο μινιμαλισμό, έναν μινιμαλισμό όμως λυρικό και τρυφερό ακόμα και στις πιο αιχμηρές του εκφάνσεις.

 

Η Ινδή Shilpa Gupta που ζει και εργάζεται στην Βομβάη, είναι μια από τις πιο ανερχόμενες φωνές της σύγχρονης τέχνης με έργα της να βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε συλλογές των μεγαλύτερων ιδρυμάτων παγκοσμίως, ενώ συμμετείχε και στην 58η Biennale του 2019. Tη δεδομένη στιγμή εκθέτει σε δυο χώρους στο Λονδίνο. Στην Firth Street Gallery είναι η πρώτη της ατομική έκθεση σε γκαλερί ενώ ταυτόχρονα το Barbican Centre διεκδικεί το πρώτο της μεγάλο σόου σε ίδρυμα του Λονδίνου. Και στις δύο εκθέσεις μπορεί κανείς να δει μέρη από την περίφημη σειρά της με τους πίνακες αεροδρομίου (μέρος της οποίας είδαμε και στην Αθήνα, στην έκθεση Portal του ΝEON στο Παλιό Καπνεργοστάσιο πριν λίγους μήνες).

 

Η δουλειά της Gupta, και ιδιαίτερα οι πίνακες αεροδρομίου που φτιάχνει εδώ και 12 χρόνια, έχει μια στενή αλλά και ανοιχτή σύνδεση με την επικαιρότητα. Μοιάζει σαν να έχει απομονώσει την δεδομένη στιγμή και να την έχει αποδομήσει ποιητικά προσφέροντάς μας τα τουβλάκια για να την ανασυντάξουμε. Τόσο στο WeAreCloserThanYouEverImagined (2020) στην Firth  όσο και στο StilltheyknownotwhatIdream (2021) της Barbican ο τρόπος που οι λέξεις αλλάζουν, ο τρόπος που παίζει με τα γράμματα τις έννοιες και τα λάθη εικονοποιώντας τη ροή και την σταδιακή πραγμάτωση μιας σκέψης, αιχμαλωτίζουν σε βαθμό εθισμού· από αυτό το παιγνιώδες ι-τσιγκ αεροδρομίου δεν θέλεις να φύγεις γιατί δεν θέλεις να χάσεις την επόμενη αλλαγή. Ίσως η επόμενη φράση να εμπερικλείει το νόημα της ζωής ή την απάντηση στα τρέχοντα υπαρξιακά σου ερωτήματα ή έστω ένα σκαλοπάτι πιο κοντά σε κάποιου είδους επιφοίτηση.

 

Την ίδια στιγμή αυτές οι τόσο ελκυστικές και τρυφερές ενατενίσεις της γλυκόπικρης προσωπικής/οικουμενικής σκέψης εν καιρώ πανδημίας βρίσκονται απέναντι στην απειλή  ενός κινούμενου μαχαιριού, ενός όπλου που στριφογυρνά με ιλιγγιώδη ταχύτητα, μια εγκατάσταση που φοβάσαι να πλησιάσεις αλλά και θέλεις να κοιτάξεις κι από κοντά. Πάλι παίζοντας με την εποχική αμφιθυμία, με όλα τα αλλοπρόσαλλα συναισθήματα που έχουν καλλιεργηθεί ακατάπαυστα την τελευταία διετία από ετερόκλητα γεγονότα, ανοίγει χώρο  ανάμεσα στη σκέψη και την πραγματικότητα, έναν χώρο αναμονής και μετάβασης γόνιμο σε αποσταθεροποίηση και αμφιβολία.

Γιατί πέρα από την ψευδαίσθηση του αεροδρομίου ως χώρου προοιμίου μιας τοπικής μεταφοράς, ακόμα κι αυτή η σχεδόν ηδονοβλεπτική παρακολούθηση της γλώσσας να αναπτύσσεται μέσα από τους αεροδρομικούς πίνακες όπου γράμματα και αριθμοί αλλάζουν με θόρυβο και ταχύτητα ζάλης είναι ένα focus στη στιγμή της αλλαγής ― όχι μόνο μιας σκέψης αλλά τελικά ενός ολόκληρου mentality που θα μπορούσε να μεταφραστεί σε στιγμή του γίγνεσθαι μιας εποχής, της εποχής μετά από μια μεγάλη παύση, της αλλαγής του παραδείγματος. Μιας εποχής που η γλώσσα προσαρμόζεται και στριφογυρνά γύρω από τα data και τα ταξίδια μετατρέπονται από αναψυχή σε επικίνδυνες αποστολές ως διαδικασίες υψηλού ρίσκου μόλυνσης.

Σε αυτή τη διαδικασία συντελούν και οι φωτογραφίες/κάδρα αστικών τοπίων από τις οποίες έχει αφαιρεθεί το εσωτερικό, πλαισιώνοντας τελικά κομμάτια του λευκού τοίχου, σαν κάδρα του (αστικού) κενού ή του τρόμου του.

 

Αν η Gupta ενδιαφέρεται στη μετάβαση ―κι η δουλειά της μοιάζει να κινείται ως επί το πλείστο γύρω της, είτε ως αλλαγή είτε ως μεταφορά― και το χώρο αυτής, πρόκειται για έναν χώρο κατεξοχήν ποιητικό, καθότι ανήκει στο φάσμα του ανεπαίσθητου. Και η ποίηση είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία του αλφαβήτου της καλλιτέχνιδος.

Η ποίηση άλλωστε ―και η συστημική της σίγαση― είναι και το βασικό θέμα της έκθεσής της Sun in the Dark στην Barbican, όπου θέμα είναι το φυλακισμένο/λογοκριμένο ποιητικό υποκείμενο διαμέσου των αιώνων. Εδώ, η επιβεβλημένη σιωπή του διαδρόμου του The Curve που διακοσμείται με ήσυχα μινιμαλιστικά γλυπτά ―όπως ένα ευαίσθητο «μνημείο» από μύτες μολυβιών ή δυο «αγκαλιασμένα» βιβλία―, λιτά σχέδια και αποσπασματικούς στίχους, οδηγεί στην μαζική (ποιητική) κραυγή των εκατό μικροφώνων του For, In Your Tongue, I Cannot Fit (2017–18)· το έργο που είχε παρουσιάσει στη Μπιενάλε πριν τρία χρόνια.

 

Η κραυγή είναι δυνατότερη όταν είναι μαζική προτείνει η καλλιτέχνης και το κοντά που αναδύεται ως το βασικό ανθρώπινο πολιτικό ή κοινωνικό διακύβευμα ―πριν ή μετά την πανδημία― δεν αφορά στην απόσταση ή τη χρονική στιγμή τελικά αλλά στο συναίσθημα. Και δεν πρέπει να το φοβόμαστε.

Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στο eλculture τον Φεβρουάριο του 2022