‘Πολύ καλά για γυναίκα’
Lee Krasner στην Barbican
Ο θόρυβος που ακούγεται διαρκώς όταν ξεκινάς να βλέπεις την έκθεση της Lee Krasner στην Barbican είναι αυτός που ειδοποιεί ότι κάποιος έχει πλησιάσει πολύ σε πίνακα. Δεν θέλει πολύ ώρα για να καταλάβεις το γιατί.
Οι πίνακες της Krasner είναι τόσο εκστατικά ωραίοι που θέλεις να πλησιάσεις, να τους ‘διαβάσεις’, αν γινόταν ακόμα και να τους αγγίξεις, να νοιώσεις την πολλαπλή υλικότητά τους, να κοιτάξεις από κοντά τα φωτεινά, αυθάδη σχήματα και χρώματα που δικαιολογούν εντέλει απόλυτα τον τίτλο της έκθεσης. Living Colours (Ζωντανά χρώματα)
Ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός υπήρξε κίνημα ταυτισμένο με αντρικά πρότυπα. Πέραν του Pollock καθορίστηκε από τεράστιου βεληνεκούς καλλιτέχνες όπως οι Rothko, Newman, De Kooning ή Guston. Ο Pollock φυσικά ήταν εκείνος που, εισάγοντας με το action painting στην, μέχρι τότε, κατανυκτική ακίνητη εικονοποιία του Νεοϋορκέζικου κινήματος, το performative στοιχείο, τάραξε τα νερά και αναδείχθηκε ως ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης της γενιάς του.
Η Krasner επομένως είχε τριπλό εμπόδιο να ξεπεράσει: Όχι μόνο γυναίκα καλλιτέχνης στο, καθόλου φιλικό προς τη γυναικεία δημιουργικότητα, πρώτο μισό του 20ου αιώνα, αλλά και μέσα σε έναν καλλιτεχνικό χώρο που κυριαρχείται από τεράστιου κύρους αντρικά ονόματα, σύζυγος του μεγαλύτερου ζωγράφου της εποχής της.
Λίγο λοιπόν μετά το Great Depression και αρκετά πριν από το 2ου κύμα φεμινισμού, η Ρωσοεβραία νεαρή ζωγράφος καταφέρνει το ακατόρθωτο. Να σταθεί με προσωπικό ύφος, αυθάδεια και ακλόνητη πίστη στο (πραγματικά τεράστιο) ταλέντο της, ως ένα από τα πιο sui generis σεβαστά μέλη του ανδροκρατούμενου αφηρημένου εξπρεσιονισμού. Σε μια απολαυστική συνέντευξη, που μπορεί κανείς να παρακολουθήσει στην έκθεση, ηλικιωμένη πια διηγείται με αγανάκτηση και χιούμορ πώς ο δάσκαλός της Hans Hoffman, όταν πρωτοείδε δουλειά της, της είπε ότι ζωγράφιζε ‘τόσο καλά που δεν θα περίμενε ποτέ κανείς να είναι γυναίκα’.
Η δουλειά της Krasner δεν είναι κατανυκτική -όπως άλλων εξπρεσιονιστών- υιοθετεί μεν το ιδίωμα αλλά το κάνει δικό της χωρίς να γίνεται ζωγράφος χρωματικού πεδίου ούτε να κάνει action painting. Η ζωγραφική της παραμένει βέβαια βαθιά εσωτερική, η πινελιά της είναι προσωπική και εκφραστική και η καλλιτεχνική της πορεία έχει αξιοπρόσεκτη συνέπεια παρά τις εκρηκτικές ρίξεις της. Όλα αυτά τα στοιχεία παρουσιάζονται με συνάφεια, κομψή αφηγηματικότητα και jazz διάθεση στην έκθεση στο Barbican Center σε συνδυασμό με μικρές αφηγήσεις από τη ζωή και την καριέρα της που σκιαγραφούν την εξέλιξη της καλλιτεχνικής της γλώσσας.
Από τα πρώτα της έργα -όπως το αναπαραστατικό αυτοπορτραίτο της ενώ ζωγραφίζει όπου διαφαίνεται το πανέξυπνο και θρασύ βλέμμα της- την τρυφερή σειρά των little flowers, που μοιάζουν με ποιήματα γραμμένα σε αυτοσχέδια ιδεογράμματα και τα εκπληκτικά κολάζ που έφτιαξε λίγο αργότερα σκίζοντας δουλειές της που δεν της άρεσαν, μέχρι την συγκλονιστική σειρά έργων μετά τον τραγικό θάνατο του Pollock (με τις ανατριχιαστικές αιμάτινες πινελιές στο κέντρο), τα μετέπειτα ‘άχρωμα’ έργα αϋπνίας του ‘Night journey’ και τις εκρήξεις οργισμένου χρώματος που ακολούθησαν, οι προσωπικές μάχες και δύσκολες κατακτήσεις της Krasner διατρέχουν όλη την έκθεση.
Εντέλει μέσα από τα Living colours είναι η ίδια η πεισματικά αφοσιωμένη στην τέχνη ζωή μιας αφάνταστα δυνατής και, όχι όσο αναγνωρισμένα θα έπρεπε, σημαντικής γυναίκας που χρωματίζεται και ζωντανεύει.