Και εικόνα και δημιουργός - το σώμα πεδίο πολιτικής και ερωτισμού στο έργο της Carolee Schneemann
Η ζωή κι η εικόνα της Carolee Schneemann μοιάζουν αδιαχώριστα από την τέχνη της. Εξοικειωμένη από νωρίς με όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης φυσιολογίας λόγω του γιατρού πατέρα της, και με ιδιαίτερη σύνδεση με τη φύση, μεγαλώνοντας στις εξοχές της Πενσυλβάνιας, καταφέρνει στα 16 της να πάρει υποτροφία για να σπουδάσει τέχνη στο Bard College της Νέας Υόρκης.
Δεν μένει για πολύ. Σύντομα τη διώχνουν για ανήθικη συμπεριφορά επειδή χρησιμοποιεί το γυμνό της σώμα της ως μοντέλο.
Η νεαρή Carolee μαθαίνει από νωρίς ότι το γυμνό γυναικείο σώμα λειτουργεί στην τέχνη μόνο υπό προϋποθέσεις και βάζει σκοπό να τις ανατρέψει.
Και πράγματι ακολουθεί, σε ζωή και δημιουργία, μια συνειδητή πορεία γενναιότητας και ανατροπών, καταλυτική για την μετέπειτα τέχνη.
Ήδη από τα 22 με το αυθάδικο Sir Henry Francis Taylor(1961) σχολιάζει το στερεοτυπικό «αντρικό βλέμμα» πριν από τον Burger και την Mulvey. Χρησιμοποιεί προκλητικά τον σύντροφό της και την ερωτική τους ζωή ως έμπνευση. Επιμένοντας να αυτοαποκαλείται ζωγράφος, διευρύνει την έννοια του καμβά, στο χώρο, το σώμα και τις δράσεις, αποδομώντας την αυστηρή φύση του «αντρικού» action painting. Με το θρυλικό Judson Dance Theatre, φέρνει επανάσταση στο μοντέρνο χορό. Το διονυσιακό Meat Joy (1964) σοκάρει ακόμα και τον Duchamp· ένας θεατής αποπειράται να την πνίξει. Όταν παρουσιάζεται για πρώτη φορά στις Κάννες το φιλμ Fuse (1968) ―μια εκστατική ελεγεία της ερωτικής πράξης και της υποκειμενικότητάς της― μια ομάδα αντρών σκίζουν από αγανάκτηση με ξυράφια τις θέσεις τους.
Η δουλειά της, δυναμικά φεμινιστική σε εποχές καθοριστικές για τις γυναικείες διεκδικήσεις, έθεσε τόσο μέσα απ’ τα θέματα όσο και τις πρακτικές της, ερωτήματα που ακόμα αποτελούν συγκρουσιακά πεδία, όπως το θέμα της γυναικείας αντικειμενοποίησης μέσω της προβολής του γυμνού (της) σώματος. Κι είναι αλήθεια ότι κατηγορήθηκε πολλάκις ―εντός κι εκτός φεμινιστικού χώρου― για ναρκισσισμό. Παρατηρώντας όμως αναδρομικά την καλλιτεχνική της έρευνα αποκαλύπτεται ένα γερό υπόβαθρο πίσω απ’ αυτή την εξακολουθητική επίδειξη της εξαιρετικά θελκτικής εικόνας της, και δη ανένδυτης.
Όλη της τη ζωή η Schneemann πάλευε να αποδείξει ότι σώμα και πνεύμα δεν διαχωρίζονται, ότι η δημιουργικότητα πηγάζει όχι μόνο από τη διάνοια αλλά και από κάθε σωματική μας έκφανση, το φύλο, τη σεξουαλικότητα, την αλληλεπίδραση με το μεταβαλλόμενο περιβάλλον μας. Στο περίφημο, άγρια πολιτικό, Interior Scroll (1975) η διακήρυξη αυτή γίνεται σχεδόν κυριολεκτική όταν το κείμενο της, που διαβάζει, ξετυλίγεται μέσα απ’ τον κόλπο της.
Το γεγονός βέβαια ότι αποδεχόταν την ― απολύτως συμβατή με τα κοινά στερεότυπα ομορφιάς― εικόνα της βοήθησε ενδεχομένως στην απελευθέρωσης και έκφραση όλων αυτών των ιδεών.
Στην έκθεση «Carolee Schneemann: Body Politics» στο Barbican Center, πρώτη αναδρομική στο Ηνωμένο Βασίλειο, όλα αυτά χαρτογραφούνται έξοχα.
Κυρίως, γιατί όχι μόνο διυλίζεται η ουσία των πολυδιάστατων πρακτικών της καλλιτέχνιδος, αλλά και συζητούνται όλα τα ερωτήματα που θέτει η φύση της δουλειάς της.
Ξεκινώντας από άναρχα αφαιρετικά τελάρα-assemblages και κουτιά που εξελίσσονται σε εγκαταστάσεις, περνώντας από τολμηρές performances και φιλμ ντελιριακού αισθησιασμού, φτάνει μέχρι τις ρωμαλέες αντιμιλιταριστικές της δουλειές για να καταλήξει στο δραματικό Known/Unknown: Plague Column (1995–96). Εδώ το, νόσων πλέον από καρκίνο του μαστού, σώμα εξακολουθεί να αποτελεί πεδίο εγγραφής της καταπιεσμένης και καταδιωκόμενης θηλυκότητας μέσα στην ιστορία.
Το σώμα της Schneemann κυριαρχεί στην έκθεση. Διαρκής διαδήλωση της ουσιοκρατικής της αντίληψης για τη γυναικεία φύση, της βιωμένης της στάσης για μια τέχνη που πηγάζει από αυτό, να διακηρύττει ότι μπορεί την ίδια στιγμή να είναι χώρος και άντλησης ευχαρίστησης και παραγωγής δημιουργίας· ότι «μπορεί να είναι και εικόνα και δημιουργός εικόνας».
το κειμενο αυτο δημοσιευτηκε στο τευχοσ οκτωβριου 2022 του the art newspaper, greece